Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Blogoγειτονιά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Blogoγειτονιά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Ο μονόλογος μιας ταλαιπωρημένης...

Ο μονόλογος μιας ταλαιπωρημένης...


o-monologos-mias-talaiporimenis
Photo by Milan Degraeve on Unsplash

Δεν μπορώ άλλο σου λέω, δεν μπορώ!! Πεινάω παιδί μου με αυτή τη δίαιτα! Και όχι πες μου τώρα στο Θεό σου, γιατί πρέπει να περνάω όλο αυτό το βασανιστήριο; Γιατί;

Για να γίνω συλφίς θα μου πεις και θα σου απαντήσω, πάλι με ένα «γιατί»!

Σώνει και ντε πρέπει όλες να έχουμε διαστάσεις μοντέλου, κάτασπρα δόντια, μεταξένια μακριά μαλλιά με μπούκλες ή και χωρίς, κατά προτίμηση ξανθά ή έστω με ξανθιές ανταύγειες, άψογο μανικιούρ και γόβα στιλέτο κι ας πονάνε τα πόδια στο πρώτο πεντάλεπτο.

Όχι, πες μου είναι ζωή αυτή; Να τρέχω κάθε λίγο σε μαγαζιά, κομμωτήρια και νυχάδικα για να είμαι «ωραία»; Άσε τα περιοδικά που πρέπει να ξεφυλλίζω για να δω τις επιταγές της μοδός, να μην είμαι πασέ!!

Και να τρέμει το φυλλοκάρδι μου κάθε τρίμηνο, αν στένεψαν τα παντελόνια της επόμενης σεζόν, αν μίκρυναν οι γιακάδες, ποιο χρώμα επικρατεί στις τσάντες, ανάλογα με ποιο πλευρό ξύπνησε ο κάθε απαστράπτων διεθνούς φήμης σχεδιαστής, που θέλει να μας ντύσει, γδύνοντας το πορτοφόλι μας, που δεν είναι και στα καλύτερά του.

Βαρέθηκα, σου λέω, β α ρ έ θ η κ α!! Και να δεις που μαζί με μένα πρέπει να βαρέθηκαν ακόμα και οι μόδιστροι που έβγαλαν αυτή τη μόδα με τις πιτζάμες τις μεταξωτές (λέμε τώρα), που τις φοράς, κοτσάρεις από κάτω ένα ζευγάρι μπότες, από πάνω ένα πουλόβερ και πετιέσαι έξω σαν τη ξενυχτισμένη που δεν πρόλαβε να αλλάξει.

Δεν πάει άλλο! Δεν είμαι εγώ για τέτοια! Εμένα μου αρέσει το φαγητό με ή χωρίς παρέα, μέσα στο σπίτι, έξω στο δρόμο, μ’ αρέσουν τα γλυκά, τα άνετα ρούχα, το κολλάν μου (κι ας μην είναι της μόδας βρε αδερφέ), τα ριχτά μπλουζάκια κι ας με δείχνουν άλλη τόση! Μ’ αρέσει η ζωή, όχι να βασανίζομαι γιατί δεν μοιάζω στην τάδε σταρ ή στη δείνα μοντέλα! Ούτε να προσπαθώ μάταια να τους μοιάσω, λες και θα κερδίσω κανένα έπαθλο.

Αφού να σκεφτείς, μου πέρασε από το μυαλό πως ακόμα και οι αθλητές θα με λυπόντουσαν αν έβλεπαν το δράμα μου, αλήθεια! Τέτοιο στρατιωτικής πειθαρχίας πρόγραμμα λίγοι έχουν. Ξέρεις τι είναι, αντί να ανταλλάζεις συνταγές φαγητών με τις φίλες σου, να ανταλλάζεις αποτυχημένες δίαιτες; Ξέρεις τι είναι να πρέπει να βάλεις στην άκρη το αγαπημένο σου παλτό, που το χρυσοπλήρωσες κιόλας, γιατί έφυγε απ’ τη μόδα;

Κι ενώ έχεις περάσει τη μισή σου ζωή στον αγώνα της ομορφιάς, να βλέπεις τη δίμετρη κουκλάρα δίπλα σου στο κομμωτήριο, να κλαίει γοερά γιατί της έκοψαν μισό πόντο παραπάνω τα μαλλιά! Ας ήμουν σαν και σένα μανούλα μου κι ας με κούρευαν γουλί!!

Τι τα θες! Αγωνιζόμαστε για να αγγίξουμε το όνειρο κι αυτό σαν όνειρο που είναι, μας ξεπερνάει.

Και ξυπνάς ένα πρωί με το πόδι της χήνας στο μάτι, διπλοσάγονο και πλαδαρή κοιλιά κι αρχίζεις να αναρωτιέσαι τι έκανες λάθος! Και πόσο χρόνο έχασες για να προσπαθείς! Πόσα πράγματα δεν χάρηκες, πόσα χρήματα ξόδεψες, πόσο θύμα είσαι τελικά! 

Αρχίζεις σιγά σιγά να καταλαβαίνεις πόσο μάταια ήταν όλα τούτα τα μαρτύρια. Αλλά, άντε να γυρίσεις το χρόνο πίσω!

Κι όχι τίποτα, αλλά συνειδητοποιείς πως όλα τα έκανες για να αρέσεις, ενώ πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που δεν τους θα αρέσεις!

Φαύλος ο κύκλος της ομορφιάς και ακόμα πιο φαύλος αυτός της επίπλαστης αυτοπεποίθησης…

...

Με αυτό το κείμενο συμμετείχα στο διαδικτυακό δρώμενο: "Τα γνωμικά εμπνέουν #2"
που οργανώνει στο blog της Γήινη Ματιά η καλή μου φίλη Mary Petrax.

Πηγή έμπνευσης ήταν το γνωμικό:
Αυτοπεποίθηση δεν είναι το "αρέσω", αυτοπεποίθηση είναι το "δεν πειράζει κι αν δεν αρέσω"

Ευχαριστώ πολύ τους φίλους και τις φίλες που το ξεχώρισαν!



[ Διαβάστε περισσότερα ]
to e-periodiko mas
5 Σχόλια
Ζωή...

Ζωή...


photo by Kristina Tripkovic on unsplash 


Αμίλητες ματιές μπροστά στ’ ανοιχτό παράθυρο
παλεύει η θλίψη με το αχνό χαμόγελο
κι ήχους γεννά και δάκρυα...
Κι η ψυχή μετρά στιγμές και πόνους


Γεμίζει το δισάκι, κονταίνει το νήμα/
Πόσο δυνατές γίνονται καμιά φορά οι σιωπές!
Απλώνονται θωπεύοντας υπάρξεις
ακουμπούν τις χαραμάδες της ψυχής και τις ματώνουν


Κι εσύ προσμένεις στην άκρη του δρόμου
βήματα γοργά να σμίξουν με τα δικά σου
να γίνουν ένα με το βήμα σου
να πατήσουν πάνω στα χνάρια σου…


Nα τρέξουν να σε προφτάσουν!
Nα σταματήσουν το χρόνο, το χτύπο της καρδιάς
να σε ξαναγεννήσουν σε άλλη διάσταση,
να δώσουν πνοή στα όνειρα που χάθηκαν στις σκιές…


Ένα βότσαλο στη λίμνη περιμένεις!
Ν' έρθει τ’ ακούνητα νερά της να ταράξει
να σχηματίσει κύκλους ομόκεντρους στη λεία της μορφή
να αναγκάσει τον ήλιο να χαμογελάσει
να σου δώσει λόγο να ζήσεις…


Για να ορίσεις νέα όρια, για να τα ξεπεράσεις
Όμως, οι δρόμοι δεν έγιναν για να τους θωρείς ασάλευτη καρτερικά
έγιναν για να τους διαβαίνεις ακόμα και χωρίς πόδια...

...

Με αυτό το ποίημα συμμετείχα στο διαδικτυακό δρώμενο "Τα Γνωμικά Εμπνέουν #1" που οργανώνει  η καλή μου φίλη Mary Petrax από τη Γήνινη Ματιά.

Πηγή έμπνευσης το γνωμικό: "Η ζωή δεν μετριέται με τον αριθμό των αναπνοών που παίρνουμε, αλλά με τον αριθμό των στιγμών που μας κόβεται η αναπνοή"


Ευχαριστώ θερμά όλους τους φίλους και τις φίλες που το ξεχώρισαν.



[ Διαβάστε περισσότερα ]
to e-periodiko mas
8 Σχόλια
Μοναχικός χορευτής

Μοναχικός χορευτής


Monaxikos-xoreutis
photo from pinterest

Έφτιαξε τον αγαπημένο του καφέ και κάθισε στο παλιό γραφείο, αυτό με τη σκούρα φθαρμένη επιφάνεια, που έμοιαζε τόσο ξένο μέσα στη σύγχρονη διακόσμηση του χώρου. Πάνω του η γραφομηχανή, παλιά κι αυτή, τον συντρόφευε από τα εφηβικά του χρόνια τότε που με το χαρτζιλίκι μηνών κατάφερε να την αγοράσει μεταχειρισμένη.

Δεν ήταν πως αρνιόταν την τεχνολογία. Με τον υπολογιστή του δούλευε μια χαρά από το σπίτι, αλλά να, αυτή η παλιά φίλη ήταν κάτι σαν εξομολόγος για όσα βαραίνουν την ψυχή και την κάνουν να αναστενάζει καμιά φορά, βαριά. Σ’ αυτή μιλούσε για όλα χωρίς να ανοίξει καν το στόμα του. Θαρρείς πως τον βοηθούσε να βάζει σε τάξη τις σκέψεις και τα προβλήματα.

Ήταν αχώριστο δίδυμο. Ζώντας μόνος για πολλά χρόνια, χωρίς οικογένεια και μόνιμη σύντροφο δεν κατάλαβε ποτέ μοναξιά μαζί της. Η ζωή του κυλούσε χωρίς ιδιαίτερες υποχρεώσεις ανάμεσα σε δουλειά, φίλους λιγοστούς και πολλά ταξίδια. Θα έλεγε κανείς πως ήταν ευχαριστημένος αφού δεν αναζήτησε ποτέ κάτι άλλο έχοντας όσα τον ικανοποιούν…

Ρούφηξε την πρώτη γουλιά καφέ και άπλωσε τα χέρια στη γραφομηχανή, έτοιμος ν’ αρχίσει κουβέντα μαζί της. Όμως, όσο κι αν ήθελε να καθαρίσει το μυαλό του, οι λέξεις δεν έβγαιναν στο χαρτί… τα χέρια ακουμπούσαν τα πλήκτρα ασάλευτα και το βλέμμα καρφωμένο πάνω της, θαρρείς ταξίδευε χωρίς προορισμό.

Σκέψεις πολλές και συναισθήματα, που δεν εύρισκαν διέξοδο… μόνο εκείνο το πλάκωμα που συννεφιάζει το βλέμμα και κάνει την ψυχή μουντή, σκοτεινιασμένη σα λίγο πριν την καταιγίδα. Σαν το στροβίλισμα χορευτή πάνω στην άδεια καλογυαλισμένη πίστα. Χορευτής μοναχικός κι αυτός σε ένα θλιβερό χορό που τώρα μάθαινε τα βήματα…

Σηκώθηκε και έκανε ένα γύρο μέσα στο δωμάτιο. Τι παράξενο, το έλουζε το φως του ήλιου κι όμως φαινόταν θλιμμένο και βασανιστικά άδειο. Πλησίασε στο παράθυρο… ήταν άνοιξη πια, αλλά εκείνος δεν αποφάσιζε ούτε στην αυλή να βγει καλά-καλά.

Έριξε μια ματιά στο τηλέφωνο. Μέρες είχε να χτυπήσει! Τι μέρες, μάλλον βδομάδες! «Κανείς δεν μου τηλεφωνεί πια…» σκέφτηκε με θλίψη και πήγε να καλέσει τον καλύτερό του φίλο. Το μετάνιωσε όμως πριν καν σχηματίσει τον αριθμό. «Όχι δεν παίρνω. Θα έπρεπε να με έχει αναζητήσει εκείνος. Τόσες φορές τον κάλεσα εγώ! Δεν νοιάζεται για μένα, μάλλον. Δεν ξέρει καν αν είμαι καλά ή αν αρρώστησα…»

Έκανε να βγει στην αυλή. Ένα βήμα έξω, ένα μέσα… όλα τον φόβιζαν, όλα τα θεωρούσε ξένα, απειλητικά. Έντρομος έκλεισε την πόρτα. Πλησίασε τον υπολογιστή, που ανοιχτός περίμενε υπομονετικά στη γωνιά του. Μπήκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τι τραγελαφικός παντζουρλισμός! Και παντού η λέξη πανδημία, σε όλες τις εκδοχές! Άλλοι την αντιμετώπιζαν με χιούμορ, άλλη με στωικότητα, κάποιοι με τρόμο, ενώ δεν έλειπαν και εκείνοι που την αμφισβητούσαν! Όλα στην υπερβολή τους, όλα διογκωμένα σε σημείο που δεν μπορούσε να αντέξει… τον έκλεισε κάνοντας τη σκέψη πως δεν έπρεπε να χρησιμοποιήσει την άδεια που είχε από τη δουλειά. «Όταν δουλεύω δεν σκέφτομαι, δεν νιώθω…»

Δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει τι του έφταιγε. Ρώταγε ξανά και ξανά τον εαυτό του και απάντηση δεν έπαιρνε. Η κλεισούρα, μονολογούσε κάθε τόσο… να βγω έξω, να δω κόσμο, να βρω τους φίλους μου! Και έπειτα οι ερωτήσεις: «Πώς να βγω; Ποιον να δω; Πώς να νιώσω ασφαλής; Ποιος θα με βοηθήσει αν αρρωστήσω;»…

Ποτέ πριν η μοναξιά δεν ήταν πρόβλημα. Ποτέ τουλάχιστον δεν την είδε σαν τέτοιο. Μάλιστα συχνά την αποζητούσε για να γράψει, να ξεκουραστεί, να ηρεμήσει από τους ρυθμούς της καθημερινότητας. Τώρα διογκωμένη στα μάτια και τη ζωή του, γινόταν βραχνάς που δεν τον άφηνε να ησυχάσει. Γινόταν εμπόδιο σε κάθε χαμόγελο!

Αυτό το συναίσθημα της εγκατάλειψης ανακατεμένο με το φόβο της αρρώστιας, του ξύπνησε ανασφάλειες που ήταν ξεχασμένες στα βάθη του μυαλού, που πάλευαν με ένα ιδιάζοντα εγωισμό… αυτός που διάλεγε παρέες, τώρα να κρέμεται από ένα τηλεφώνημα σαν παιδί δεκάχρονο. Αυτός που διεκδικούσε το χώρο και το χρόνο του μέσα σε όλες τις σχέσεις και θεωρούσε πως τα έχει καλά με τον εαυτό του, τώρα να λαχταρά ένα μήνυμα, μια κουβέντα, χωρίς όμως να αφήνεται να κάνει ούτε ένα βήμα! Κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Ένα περίεργο χτύπημα στο τζάμι τον έκανε να γυρίσει το βλέμμα στο παράθυρο. Δεν είδε παρά ένα μικρό πούπουλο κολλημένο με βία πάνω του. Προσπαθώντας να καταλάβει το άνοιξε αυθόρμητα για να αντικρίσει στο περβάζι ένα σπουργίτι τόσο δα μικρό, που τραυματισμένο κείτονταν σχεδόν ασάλευτο.

Το πήρε στα χέρια του, το χάιδεψε, του έδωσε νερό και μη ξέροντας πώς αλλιώς να το φροντίσει το ακούμπησε με προσοχή σε ένα ψηλό κλαρί της ανθισμένης αχλαδιάς που είχε στον κήπο, ελπίζοντας ότι θα συνέλθει και θα πετάξει ξανά. Κάθε τόσο έβγαινε για να το δει, να του δώσει δυο ψίχουλα, να δυναμώσει… εκείνο όμως άρχισε λίγο-λίγο να μην αντιδρά. Το πήρε στα χέρια του, το ζέστανε στοργικά κι αυτό ανοιγόκλεισε δυο τρεις φορές τα μάτια του πριν τα σφαλίσει για τελευταία φορά… τότε ήταν που ένιωσε δυο ζεστά δάκρυα να κυλούν αβίαστα, να θολώνουν το βλέμμα και να καθαρίζουν το μυαλό.

Κοίταξε ένα γύρω την αυλή, τα δέντρα, το δρόμο… η ζωή εκεί έξω συνεχιζόταν χωρίς αυτόν και δεν περίμενε κανένα. Όλα τα πλάσματα ζούσαν χωρίς να νοιάζονται τι τα περιμένει. Τα χελιδόνια φτερούγιζαν εδώ κι εκεί και τα λουλούδια άνθιζαν ξανά! Ο ήλιος χαμογελούσε! Μόνο οι άνθρωποι είχαν αλλάξει όπως άλλαξε κι εκείνος… φοβισμένοι περίμεναν, αλλά δεν ζούσαν…

Γύρισε ξανά στη γραφομηχανή του. Τώρα τα δάχτυλα έτρεχαν πάνω στα πλήκτρα. Οι λέξεις γίνονταν φράσεις, εικόνες, ιστορία. Αισιόδοξη ιστορία! Για ένα μοναχικό χορευτή που επιτέλους κατάλαβε πως για να απολαύσεις το χορό που λέγεται ζωή δεν χρειάζεται να ξέρεις τα βήματα, ούτε τη μουσική. Χρειάζεται να κάνεις χώρο στην πίστα και για άλλους και να απλώνεις το χέρι να τους προσκαλείς αντί να περιμένεις να το κάνουν εκείνοι. Να μοιράζεσαι τη χαρά και τη θλίψη. Να μοιράζεσαι ακόμα και τη μοναξιά!…
...
 
Με αυτή την ιστορία συμμετέχω στη "Μίνι Σκυτάλη #2" που οργανώνει η καλή μου φίλη Mairy Petrax από το blog της Γήινη ματιά.
Πηγή έμπνευσης, η φωτογραφία που διάλεξε η Μαίρη.







[ Διαβάστε περισσότερα ]
to e-periodiko mas
30 Σχόλια
Οι εποχές αλλάζουν, οι άνθρωποι όχι πάντα…

Οι εποχές αλλάζουν, οι άνθρωποι όχι πάντα…


Πηγή εικόνας www.lifo.gr

Από την πρώτη στιγμή που έριξε τα μάτια της πάνω στον πίνακα, ταυτίστηκε. Το βλέμμα της κοπέλας τόσο όμορφο, μελαγχολικό με έκδηλο τον προβληματισμό αποτυπωμένο πάνω του, μιλούσε κατευθείαν στην ψυχή της. Ένιωσε πως της μοιάζει, όπως μοιάζει πάντα η μελαγχολία όταν απλώνεται στα ανθρώπινα πρόσωπα.

Πίστευε πως ήταν ο δικός της πίνακας. Σα να μιλούσε για κείνη, σα να αποτύπωνε την ψυχή της… ακόμα και ο τίτλος του ήταν σα να μιλούσε για κείνη! «Επιθυμία»! Αυτό ούρλιαζε και η καρδιά της μήνες τώρα που πάλευε να πάρει μια απόφαση…

Ήθελε να κυνηγήσει έστω και αργά το όνειρό της και ένιωθε τα βαρίδια να κρεμιούνται πάνω της βδομάδα με τη βδομάδα, προσπαθώντας να την κρατήσουν καλά στερεωμένη στη γη. Απαιτώντας να παραμείνει όνειρο το όνειρο, που είχε από μικρή. Δεν ήταν βλέπετε και στην πρώτη νιότη.

Σαρανταπεντάρα πια η Στέλλα με γιο φοιτητή της Ιατρικής, παντρεμένη από τα εικοσιδύο, άφησε το όνειρο να ξεχαστεί, να λουφάξει κάτω από υποχρεώσεις και μητρότητα. Παρατημένο μαζί με τα νεανικά άλμπουμ από τις σχολικές εκδρομές και τα λευκώματα. Και να που με το πρώτο πετάρισμα των φτερών του γιου της, το όνειρο ξεπηδά από τη λήθη. Γίνεται ανάγκη ζωτική, που ζητά εκπλήρωση.

- Μ’ αρέσει τόσο πολύ αυτός ο πίνακας!
- Γι’ αυτό τον κοιτάς με τόση επιμονή και χάνεσαι;… είναι η τρίτη φορά που ερχόμαστε σ’ αυτό το Καφέ και τα μάτια σου είναι κολλημένα πάνω του, Στέλλα! Θα μου πεις τι συμβαίνει;
- Κοίτα το βλέμμα της κοπέλας. Κοίτα τη θλίψη, τον προβληματισμό… δεν σου θυμίζει εμένα;
- Έλα βρε κορίτσι μου, άλλες εποχές! Τότε οι γυναίκες αγωνίζονταν να βρουν τη θέση τους στην κοινωνία, να αποδείξουν ότι δεν είναι μόνο για σπίτι και παιδιά. Να δηλώσουν πως έχουν κι αυτές δικαίωμα στο όνειρο, στην εργασία… τι σχέση έχει με σένα;
- Δεν έχει λες; Για θυμήσου πώς ήμουν όταν σου ανακοίνωσα την εγκυμοσύνη μου; Φοιτήτριες ήμασταν στο δεύτερο έτος… είχαμε όνειρα, κάναμε σχέδια για μεταπτυχιακά για καριέρα… εσύ, τα εκπλήρωσες. Για μένα όμως έμειναν όνειρα που δέθηκαν με γαλάζια κορδέλα και τοποθετήθηκαν πολύ προσεκτικά κάτω από τις πάνες, τα μπιμπερό και τα νεογιλά δοντάκια…
- Δεν είναι λίγο αυτό που κατάφερες! Μεγάλωσες μόνη σου σχεδόν, χωρίς βοήθεια από κανέναν, τον Αλέξανδρο. Μπορεί να παντρευτήκατε αμέσως με τον Κώστα αλλά εκείνος έπρεπε να κοιτάξει την επιβίωση και την καριέρα του κι εσύ, όλα τ’ άλλα! Μόνη σου στις αρρώστιες, στις γιορτές των σχολείων, στις πρωτιές του, παντού!... Κι έγινε ένας θαυμάσιος νεαρός, που συνεχώς προοδεύει! Μικρό το φαντάζεσαι;
- Δεν ξέρω αν είναι μικρό ή μεγάλο. Ξέρω μόνο ότι δεν είναι αρκετό, Αθηνά! Μέχρι τώρα απέφευγα να κοιτάξω πίσω γιατί φοβόμουν πως δεν θα με αναγνώριζα καν. Έγινα όσα δεν ήθελα και δεν έκανα όσα λαχταρούσα…
- Δηλαδή, τι μου λες τώρα, ότι δεν ήθελες να γίνεις μάνα; Δε σε βλέπω νομίζεις πώς λάμπεις κάθε φορά που μιλάς για το γιό σου;
- Όχι βέβαια! Ήθελα να γίνω μάνα, δε μετανιώνω… αλλά ήθελα και άλλα… και κοίτα με τώρα, μια σύζυγος και νοικοκυρά, χωρίς εισόδημα, χωρίς ταυτότητα… μέχρι και για το κράτος είμαι ανύπαρκτη! Δεν αξίζω ασφάλιση, αν δεν με ασφαλίσει ο σύζυγος, δεν δικαιούμαι σύνταξη, αφού δεν δούλεψα, δεν μπορώ να έχω τίποτα στην κατοχή μου, γιατί δεν έχω εισόδημα για να το δικαιολογήσει… κι ας έκανα τόσο επαγγέλματα μαζεμένα μεγαλώνοντας ταυτόχρονα και ένα παιδί. Και δεν είμαι η μόνη! Υπάρχουν, το ξέρεις, γυναίκες με περισσότερα παιδιά που είναι στην ίδια μοίρα ή και χειρότερα… τόσα χρόνια πέρασαν από τότε που έγινε αυτός ο πίνακας και θαρρείς πως ο κόσμος σε κάποια πράγματα δεν προχώρησε ούτε ένα εκατοστό…
- Ίσως έχεις δίκιο! Μήπως κι εγώ δεν έχω αναρωτηθεί τόσες φορές πώς θα τα κατάφερνα αν είχα παιδί; Χωρίς μάνα να βοηθήσει, με τα τρελά μου ωράρια, το παιδί μου θα μεγάλωνε με ξένα πρόσωπα… τα έχουμε συζητήσει... Δεν ξέρω, ίσως ακολουθήσαμε κι οι δυο τον εύκολο δρόμο, αποκλείοντας αυτά που μας δυσκόλευαν, το σκέφτηκες αυτό;
- Συνεχώς το σκέφτομαι! Και θα ήθελα να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω… να δοκίμαζα να τα συνδυάσω, να προσπαθούσα περισσότερο, να…
- Σταμάτα να βασανίζεσαι φιλενάδα! Ό,τι έγινε, έγινε!
- Κι όμως, ίσως να μπορεί κάτι να αλλάξει… σκέφτομαι να πιάσω το νήμα από εκεί που το άφησα. Να δώσω ξανά εξετάσεις, να κυνηγήσω το όνειρο.
- Κι οι άντρες σου, τι λένε γι’ αυτό, ή δεν τους το έχεις πει ακόμα…
- Ο Κώστας μου λέει πως είναι αργά. Μέχρι να περάσω και να αποφοιτήσω… το τρένο έχει χαθεί και πρέπει να το πάρω απόφαση! Ο Αλέξανδρος δεν το ξέρει…
- Ε, λοιπόν όχι! Να το κάνεις και να μην πεις κουβέντα άλλη! Όταν με το καλό περάσεις στη σχολή, τότε ανακοίνωσέ το! Θα χαρεί τόσο με την επιτυχία και το πείσμα σου, που θα ξεχάσει όλα τα άλλα… τι λες, φεύγουμε;…


Πλήρωσαν και απομακρύνθηκαν με βιαστικά βήματα, αφού η βροχή που έπεφτε απειλούσε να τις κάνει μούσκεμα. Η Στέλλα έριξε μια τελευταία ματιά στον πίνακα. Σα να διέκρινε μια λάμψη στα μάτια της κοπέλας… την ίδια που διέκρινε και η Αθηνά τώρα, στα δικά της μάτια…


Αυτή ήταν η συμμετοχή μου στη φωτο-Συγγραφική Σκυτάλη #6
που οργανώνει η Mary Petrax από τη "Γήινη Ματιά"



Τη φωτογραφία επέλεξε για μένα η Τζοάννα και η υποχρεωτική λέξη ήταν Επιθυμία.

Παραδίδω την σκυτάλη στην Ελένη με την ακόλουθη φωτογραφία και τη λέξη Προσμονή.

Photo by Roman Kraft on Unsplash




[ Διαβάστε περισσότερα ]
to e-periodiko mas
19 Σχόλια

find "to e-periodiko mas" on instagram