Οι γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, έχουν μια μεγάλη ποικιλία εθίμων στην κάθε περιοχή της πατρίδας μας, έτσι σκεφτήκαμε ότι είναι καλό να τα μάθουμε, για να γνωρίσουμε ή να θυμηθούμε τις ρίζες μας, από τη μία γωνιά της Ελλάδας ως την άλλη.
Ξεκινάμε το "οδοιπορικό" μας στην παράδοση, από το Βορρά, τη Μακεδονία και τη Θράκη για να μάθουμε όσα πιθανώς δεν ξέρουμε...
Στη βόρεια Ελλάδα τις παραμονές των Χριστουγέννων, ο νοικοκύρης κάθε σπιτιού, βγαίνει στα χωράφια και αναζητά ένα όμορφο γερό ξύλο από ελιά ή πεύκο, το οποίο θα αποτελέσει το Χριστόξυλο. Η νοικοκυρά του σπιτιού, έχει φροντίσει να καθαρίσει επιμελώς όχι μόνο το σπίτι, αλλά και το τζάκι ακόμα και την καμινάδα του, από κάθε ίχνος παλιάς στάχτης, έτσι ώστε να εμποδίσει τους καλικάντζαρους και τα κακά πνεύματα να κατέβουν και να "μαγαρίσουν" το σπιτικό και τους ενοίκους του, όπως αναφέρεται και στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια.
Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια είναι μαζεμένη, ο νοικοκύρης θα ανάψει τη φωτιά στο τζάκι, βάζοντας το Χριστόξυλο, με τη σκέψη ότι όπως ζεσταίνεται το σπιτικό του με την καινούργια φωτιά, ζεσταίνεται και ο Χριστός στη φάτνη του. Αυτή τη φωτιά η οικογένεια προσπαθεί να τη διατηρήσει αναμμένη όλο το δωδεκαήμερο των γιορτών δηλαδή από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα.
Το πιο γνωστό από τα έθιμα της Φλώρινας, είναι οι φωτιές, ένα παμπάλαιο έθιμο που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Πολλοί λαογράφοι θεωρούν ότι το έθιμο αυτό είναι τόσο παλιό που έχει τις ρίζες του σε παγανιστικές εκδηλώσεις και στη λατρεία του ήλιου. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι με το πέρασμα των αιώνων οι κάτοικοι της Φλώρινας, συνέδεσαν το έθιμο της φωτιάς με τη φωτιά που άναψαν οι βοσκοί για να ζεστάνουν το μικρό Χριστό και την αναγγελία της γέννησης του Θεανθρώπου.
Έτσι λοιπόν, κάθε χρόνο από τα ξημερώματα της παραμονής των Χριστουγέννων, κάθε γειτονιά της Φλώρινας, ανάβει τις δικές της χριστουγεννιάτικες φωτιές, κάνοντας προετοιμασία που μπορεί να κρατήσει και μήνες πριν.
Παιδιά από κάθε γειτονιά, αποθηκεύουν ξύλα σε ασφαλές μέρος έχοντας για κάθε βράδυ και κάποιον να τα φυλάει, μια που η κλοπή από παρέα άλλης γειτονιάς, είναι μέσα στο "παιχνίδι". Αποτελούσε τιμή για όποιον κλέψει ξύλα χωρίς να τον πάρουν είδηση, αλλά επίσης τιμή για όσους δεν επέτρεψαν κλοπή στα δικά τους ξύλα. Κάθε παραμονή Χριστουγέννων από τα ξημερώματα, ανάβουν οι φωτιές σε κάθε γειτονιά της Φλώρινας με μεγαλύτερη εκείνη της πλατείας Ηρώων, με στόχο οι φλόγες να φτάσουν μέχρι τον ουρανό.
Τα Μπαμπάρια είναι ένα έθιμο με ρωμαϊκές ρίζες, που συμβολίζει το ξύπνημα της γης και της καρποφορίας και λαβαίνει χώρα κάθε Πρωτοχρονιά.
Κεντρικός ήρωας του δρώμενου είναι η νύφη (γυναίκα σύμβολο της γονιμότητας) και σκοπός η απαγωγή της από τους κακούς. Συμμετέχουν άντρες μεταμφιεσμένοι (δέκα με δεκαπέντε τον αριθμό), οι οποίοι είναι ντυμένοι με λινή πουκαμίσα, αμάνικο γιλέκο και υφαντές περικνημίδες ενώ η προβιά αρνιού και οι κουδούνες από αγελάδες μαζί με τις πατερίτσες (χοντρά ξύλα) αποτελούν τα "όπλα" τους, στην προσπάθειά τους να προστατέψουν τη "νύφη" από τους κακούς. Πρέπει να παραδοθεί ανέπαφη στο γαμπρό, ο οποίος είναι με την ίδια αμφίεση με τους υπόλοιπους, αλλά διαφέρει στο ξύλο που κρατάει, το οποίο καταλήγει σε εξάρτημα από αλέτρι που μοιάζει με σπαθί. Από το δρώμενο δε λείπει φυσικά ο παππούς, η γριά (μπάμπω), ο γιατρός, ο παπάς με το θυμιατό, ο γιατρός με τα γιατρικά του και ο κουρελής, πειραχτήρι της νύφης ή καμπούρης. Η νύφη που όπως είπαμε είναι άντρας, φορά τα ρούχα μιας άτεκνης γυναίκας του χωριού, για να κυοφορήσει και κουδουνάκια αλόγου. Όλη αυτή η παρέα μπαινοβγαίνει στα σπίτια του χωριού και κεράσματα δηλ. τσίπουρο, λουκάνικα, χοιρινό, ψωμί και κρασί, με τη συνοδεία φλογέρας, νταουλιού και γκάιντας.
Αποκορύφωμα του δρώμενου, είναι εκτός από την παράδοση της νύφης και το ξυλοφόρτωμα των κακών (μνηστήρων) και του καμπούρη που πειράζει τη νύφη.
Δράμα
Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του νομού Δράμας, συναντάμε το έθιμο των Μωμόγερων που προέρχεται από Πόντιους πρόσφυγες.
Η ονομασία του εθίμου, προέρχεται από τις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος, εξ ου και οι μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Οι Μωμόγεροι φορούν τομάρια ζώων τράγων ή λύκων ή είναι ντυμένοι με στολές ανθρώπων και κρατούν σπαθιά, ενώ η μορφή τους είναι μορφή γερόντων. Εμφανίζονται σε όλη τη διάρκεια του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, γυρίζοντας από πόρτα σε πόρτα και τραγουδώντας τα κάλαντα ή τραγούδια με ευχετικούς στίχους, προσδοκώντας καλοτυχία για την καινούργια χρονιά. Όταν δύο παρέες Μωμόγερων συναντηθούν σε δρόμο του χωριού, ακολουθεί "πόλεμος" μέχρι να νικήσει μία από τις δύο ομάδες και η άλλη δηλώσει υποταγή...
Παραλλαγές του ίδιο έθιμου, θα βρούμε και σε χωριά της Καστοριάς και της Κοζάνης με την ονομασία Ραγκουτσάρια ή Μπαμπαλιούρια.
Το έθιμο των Αράπηδων αναβιώνει κάθε χρόνο στο Μοναστηράκι, 4 μόλις χιλιόμετρα έξω από την πόλη της Δράμας, ενώ το συναντάμε και στα χωριά Βώλακας, Πετρούσα, Ξηροπόταμος και στη Νικησιανή του δήμου Παγγαίου στο νομό Καβάλας.
Οι αράπηδες είναι πρόσωπα που έχουν βάψει τα πρόσωπα και τα χέρια τους με στάχτη, στην πλάτη τους έχουν καμπούρα από άχυρα, στη μέση τους μια ζώνη με κουδούνια και κρατούν ένα μπαστούνι.
Στις 6 και 7 Ιανουαρίου, βγαίνουν στους δρόμους και κινούνται αυτοσχεδιάζοντας δημιουργώντας θόρυβο για να διώξουν τους καλικάντζαρους και φυσικά την κακοτυχία.
Θάσος
Το σκόρπισμα των φύλλων
Το σκόρπισμα των φύλλων είναι ένα πολύ παλιό έθιμο που κρατάει ως σήμερα στο νησί της Θάσου.
Κάθονται όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι και τραβούν έξω την ανθρακιά (θράκα). Στη συνέχεια ρίχνουν πάνω στα αναμμένα κάρβουνα φύλλα ελιάς, κάνοντας μια ευχή την οποία όμως δεν αποκαλύπτουν στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου η ευχή θα πραγματοποιηθεί.
Σέρρες
Πανάρχαιο έθιμο που συνεχίστηκε και στα χρόνια της τουρκοκρατίας, αναβιώνει σε τέσσερις δήμους του νομού Σερρών, ανήμερα του Αγ. Ιωάννη στις 7 Ιανουαρίου. Μετά τη Θεία Λειτουργία οι κάτοικοι πηγαίνουν στο χώρο της γιορτής, όπου σε μεγάλα καζάνια βράζει το μοσχαρίσιο κρέας, το οποίο συνοδεύεται με πλιγούρι ή ρύζι και είναι προσφορά των κατοίκων. Αυτό είναι το Κουρμπάνι που συνοδεύεται από παραδοσιακό γλέντι.
Είναι το πιο γνωστό έθιμο σε όλη την Ελλάδα. Κάθε χρόνο στις 8 Ιανουαρίου οι γυναίκες παίρνουν τη θέση των ανδρών, αφήνοντας τους άνδρες να ασχοληθούν με τις δουλειές του σπιτιού και τα παιδιά. Το έθιμο το έφεραν οι Θράκες πρόσφυγες. Ονομάζεται και γιορτή της Μπάμπως ή βρεξούδια γιατί εκείνη τη μέρα βρέχουν όποιο άνδρα τολμήσει να ξεμυτίσει από το σπίτι. Πρώτα όλες οι γυναίκες πηγαίνουν στο σπίτι της γεροντότερης και αφού την τιμήσουν ξεκινά το γλέντι με παραδοσιακή μουσική και πολλές θρακιώτικες λιχουδιές.
Χαλκιδική
Το βράδυ της παραμονής, η βρύση του χωριού στα χωριά της Χαλκιδικής έπρεπε να είναι ανοιχτή για να τρέχει η τύχη και τα καλά σαν το νερό. Το χιόνι ήταν καλό προμήνυμα, γιατί συμβόλιζε την ευτυχία και η χρονιά που ξεκινούσε θα ήταν καλή (εξ ου και το άσπρη μέρα). Επίσης ο καθαρός ουρανός το πρωί της Πρωτοχρονιάς σήμαινε χρόνο καλό χωρίς αρρώστιες.
Το έθιμο της Κόλιντα Μπάμπω έχει σχέση με τη σφαγή του Ηρώδη. Οι κάτοικοι της περιοχής ανάβουν φωτιές το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων περιμετρικά των χωριών για να μάθουν οι άνθρωποι τη σφαγή και να προφυλαχθούν. Το ζητούμενο ήταν οι φωτιές να διατηρηθούν όλη τη νύχτα. Στην ουσία, τα Κόλιντα Μπάμπω είναι τα κάλαντα. Κρατώντας ραβδιά από κρανιά χτύπαγαν τις αυλόπορτες των σπιτιών φωνάζοντας "κόλιντα μπάμπω" για να τους ανοίξουν οι ιδιοκτήτες και να περάσουν στην αυλή και στο εσωτερικό του σπιτιού. Εκεί δέχονταν κεράσματα από τον νοικοκύρη, χτυπούσαν συμβολικά τρεις φορές με τα ραβδιά το κεφάλι του για υγεία, έδιναν ευχές για καλή σοδειά και καλές γιορτές και έφευγαν λέγοντας "και του χρόνου, με υγεία".
Για το τραπέζι των Χριστουγέννων που ετοίμαζαν με ιδιαίτερη φροντίδα, έφτιαχναν τρία ψωμιά διαφορετικού σχήματος. Την τούρτα του παρά και δύο μικρότερα, ένα για το Θεό και ένα για τα ζώα. Το ψωμί των ζώων (κουλάκ) το έδιναν στα ζώα την ημέρα των Φώτων αφού το βουτούσαν πρώτα στον αγιασμό. Το τραπέζι εκτός από το χριστόψωμο (τούρτα του παρά) περιείχε απαραίτητα και σαραγλί και όλους τους καρπούς (κάστανα, καρύδια). Στο χριστόψωμο μάλιστα έβαζαν μέσα μια δεκάρα η οποία φυλαγόταν πάντα στο εικονοστάσι δεμένη με κόκκινη κλωστή που βάφτηκε τη Μ. Πέμπτη μαζί με τα κόκκινα αυγά.
Την ώρα του τραπεζιού ανακάτευαν συνέχεια τη φωτιά για καλοτυχία και καλή σοδειά, λέγοντας όσες σπίθες βγάζει το ξύλο που καίγεται τόσα τα καλά για το σπίτι. Έριχναν μάλιστα ένα αναμμένο κάρβουνο μέσα στο πήλινο δοχείο του νερού για να μη μπορέσουν οι νεράιδες να το μαγαρίσουν.
Αφού έκοβαν το χριστόψωμο και έτρωγαν το νηστίσιμο φαγητό, αντάλλασαν ευχές και άφηναν το τραπέζι με ό,τι περίσσευε στρωμένο όλο το δωδεκαήμερο για να έρθει ο Θεός να φάει.
Από τα έθιμα της Καστοριάς αυτό που ξεχωρίζει είναι τα καρναβάλια που λέγονται αλλιώς και ραγκουτσάρια. Γίνονται κάθε χρόνο στις 6,7 και 8 Ιανουαρίου και αποτελούν αναβίωση αρχαίων Διονυσιακών τελετών που γίνονταν στη μέση του χειμώνα και αμέσως μετά τη γιορτή της γέννησης του ήλιου στις 25 Δεκεμβρίου, προς τιμήν της φύσης που θα αναγεννηθεί την άνοιξη.
Στα χριστιανικά χρόνια η γιορτή του ήλιου αντικαταστάθηκε με την ημέρα των Χριστουγέννων και με τα ραγκουτσάρια κλείνει ένα δωδεκαήμερο εορταστικό με έθιμα που έχουν τις ρίζες τους στους πρώτους κατοίκους της περιοχής τους Δωριείς, αποτελώντας σπάνιο δείγμα ιστορικής συνέχειας του τόπου μας, μέσα στους αιώνες.
Στα ραγκουτσάρια άνδρες και γυναίκες μασκαρεμένοι, χωρίς διακρίσεις φορώντας απαραιτήτως μάσκες και έχοντας συντροφιά τους μουσικά όργανα ξεχύνονται στους δρόμους της πόλης, χορεύοντας και τραγουδώντας αναστατώνοντας την πόλη και διώχνοντας τα κακά πνεύματα. Παρόμοιο έθιμο συναντάμε και στην Κοζάνη.
Θράκη
Η Θράκη, έχοντας ανάλογα έθιμα μ' αυτά της Μακεδονίας, ωστόσο κατέχει μια σημαντική πρωτιά σε χριστουγεννιάτικα τραγούδια. Η Μάνη, χωριό της επαρχίας Διδυμοτείχου έχει να παρουσιάσει 47 παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα τραγούδια. Τα παιδιά μέχρι το 1930 και λίγο αργότερα ετοιμάζονταν βδομάδες νωρίτερα για τα κόλιαντα, κάνοντας πρόβες και το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων, έβγαιναν σε ομάδες και ξεχύνονταν στα σοκάκια του χωριού κρατώντας χοντρά μακριά ξύλα τις τσουμάκες που συμβόλιζαν τα ραβδιά των ποιμένων της Βίβλου. Βέβαια μ' αυτά τα ραβδιά θα χτυπούσαν και τις πόρτες των σπιτιών για να ανοίξουν, ενώ τα προστάτευαν και από τις επιθέσεις των σκύλων. Στα χωριά των προσφύγων από την Ανατολική Θράκη τα παιδιά αγόρια πάντα, έλεγαν τα δικά τους κάλαντα όπως τα λένε ακόμα στο Φυλαχτό (χωριό του Δήμου Τυχερού του νομού Έβρου). Τα πολύ μικρά τραγούδια τα έλεγαν τα μικρά αγόρια από τα ξημερώματα της παραμονής των Χριστουγέννων και μέχρι το μεσημέρι. Μετά συνέχιζαν οι παρέες μεγάλων παιδιών που τραγουδούσαν από το βράδυ της παραμονής όλη τη νύχτα και ολόκληρη τη μέρα των Χριστουγέννων. Κάθε χωριό είχε τα δικά του χριστουγεννιάτικα τραγούδια που διέφεραν από τα γειτονικά χωριά, όχι μόνο στη μελωδία αλλά και στα λόγια.
Το τραγούδισμα των καλάντων δεν ήταν πάντα ευπρόσδεκτο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι πόρτες δεν άνοιγαν όσο κι αν χτυπούσαν και τα παιδιά απαντούσαν με ανάλογα στιχουργήματα.
Στο Πύθιο του νομού Έβρου, τα παιδιά έβγαιναν στους δρόμους για τα κάλαντα μια μέρα νωρίτερα δηλαδή στις 23 Δεκεμβρίου. Από νωρίς το πρωί ήταν στα σοκάκια του χωριού και τραγουδούσαν. Ανήμερα των Χριστουγέννων τη σκυτάλη έπαιρναν τα παλικάρια του χωριού που χωρίζονταν σε ομάδες σε ρουγκάτσια δηλαδή και πήγαιναν σε όλα τα σπίτια. Τα ρουγκάτσια έπρεπε να βρουν το σπίτι ανοιχτό και όλα τα μέλη της οικογένειας εκεί, για να υπάρξει καλοτυχία. Κάθονταν, τραγουδούσαν έπαιρναν κέρασμα ή φιλοδώρημα και έφευγαν.
Στην Ξάνθη οι νοικοκυρές ετοιμάζουν το βραδινό τραπέζι με δώδεκα είδη εδεσμάτων, για τα δωδεκάμερα. Ο γκουχτός που είναι χοντραλεσμένο σιτάρι το οποίο αλέθεται στο χειρόμυλο, βρασμένο καλά έτσι ώστε να γίνει πιλάφι, είναι απαραίτητος πάντα. Δεν πρόσθεταν σ' αυτό τίποτα άλλο εκτός από κοπανισμένο καρύδι.
Ο γκουχτός έμπαινε στη μέση του τραπεζιού και του τοποθετούσαν μια αναμμένη λαμπάδα. Αφού καθόταν η οικογένεια στο τραπέζι, η κυρά του σπιτιού έπρεπε να θυμιατίσει κι έπειτα να κόψουν το Χριστόψωμο, το οποίο είχε μέσα ένα νόμισμα. Το μοίραζε πάντα ο γεροντότερος τοποθετώντας το στο κεφάλι του και τραβώντας το μέχρι να κοπεί. Το πρώτο έδεσμα που τρώγανε ήταν ο γκουχτός και μετά ακολουθούσαν όλα τα άλλα φαγητά.
Οι γυναίκες των Σαρακατσάνων στη Θράκη συνήθιζαν να ζυμώνουν τη χριστοκουλούρα η οποία ήταν κεντημένη με παραστάσεις καθημερινότητας και την έτρωγαν όλοι μαζί με μέλι περιμένοντας τη γέννηση του Χριστού.
Στο Ρήγιο της επαρχίας Διδυμοτείχου, αναβιώνει τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων το έθιμο των Μπαμουσιαραίων, που είναι δύο παλικάρια μεταμφιεσμένα το ένα σε μπαμπουσάριο και το άλλο στη γυναίκα του. Το πρώτο φορά μια νεροκολοκύθα στο πρόσωπο σαν μάσκα, προβιές προβάτων και στη μέση του έχει κρεμασμένη μια κουδούνα, ενώ στη ζώνη του έχει ένα μαχαίρι μεγάλο. Οργανοπαίχτες με ζουρνάδες και γκάιντες συνοδεύουν το ζευγάρι που ξεσηκώνει τον κόσμο με τη μουσική και το χορό.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι στην Κομοτηνή την παραμονή των Χριστουγέννων δεν έλεγαν κάλαντα παρά μόνο την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, γυρνώντας με αναμμένα φανάρια στολισμένα με κορδέλλες χάρτινες και ποικιλόχρωμες. Τραγουδούσαν τα κάλαντα από ένα τυπωμένο βιβλίο. Μάλιστα τα παιδιά κρατούσαν σφυριά ξύλινα, βαμμένα με διάφορα χρώματα και μ' αυτά χτυπούσαν τις πόρτες για να μαζέψουν στραγάλια, σύκα, πορτοκάλια ή καρύδια, όχι χρήματα.
Οι πληροφορίες προέρχονται από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πείτε μου τη γνώμη σας αφού πρώτα διαβάσετε την "Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων" του blog, που θα βρείτε στην κορυφή της πλαϊνής μπάρας, αν μπαίνετε από υπολογιστή ή κάτω από τη φόρμα σχολίων, αν μπαίνετε από smartphone ή tablet. Ευχαριστώ!