Η ημέρα που ολοκληρώνεται το δωδεκαήμερο, γιορτάζεται με όλη την λαμπρότητα που της αξίζει. Είναι η μέρα που ο Θεός παρουσιάζει τον Υιό Του το Μονογενή, με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η σωτηρία του κόσμου. Η ημέρα που θα βαπτιστεί ο Μεσσίας, από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και στο όνομα του οποίου, θα βαπτίζονται όλοι όσοι γίνονται χριστιανοί, από τότε και μετά.
Την πρώτη μαρτυρία για τη γιορτή αυτή, μας τη δίνει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, στις αρχές των πρώτων μεταχριστιανικών χρόνων.
Τα "Θεοφάνεια" γιορτάζονταν όμως και στην αρχαία Ελλάδα στην αρχή της άνοιξης στους Δελφούς. Μέχρι και τον 4ο μ.Χ. αιώνα, στην πρωτοχριστιανική εκκλησία, τα Θεοφάνεια γιορτάζονταν την ίδιο ημέρα με τα Χριστούγεννα, τιμώντας επίσης και την προσκύνηση του Χριστού από τους τρεις Μάγους και τους βοσκούς. Μετά τον 4ο αι. καθιερώθηκε ξεχωριστή γιορτή (6η Ιανουαρίου).
Ο λαός μας τα ονομάζει Θεοφάνεια και Φώτα, γιατί τότε φωτίζεται ο κόσμος και αγιάζονται τα νερά. Οι πιστοί πηγαίνουν στις θάλασσες, τα ποτάμια ή τις δεξαμενές, αν δεν βρίσκονται κοντά σε παραθαλάσσιο μέρος, για τη ρήψη του Σταυρού. Ο ιερέας τον ρίχνει στο νερό και οι κολυμβητές πέφτουν για να πιάσουν το Σταυρό. Είναι εξαιρετική τιμή για κείνον που θα καταφέρει κάτι τέτοιο.
Την ώρα που πέφτει ο Σταυρός στο νερό, τρία περιστέρια ελευθερώνονται στον ουρανό, συμβολίζοντας την Αγία Τριάδα και το Άγιο Πνεύμα που «εν είδη περιστεράς» φανερώθηκε όταν βαπτιζόταν ο Ιησούς στον Ιορδάνη ποταμό.
Ένα έθιμο, θέλει μετά τη ρήψη του Σταυρού και τον αγιασμό των υδάτων, οι πιστοί να πλένουν τις εικόνες τους στη θάλασσα ή το ποτάμι.
Σε πολλά μέρη της πατρίδας μας μέχρι και σήμερα, ανήμερα των Φώτων οι νοικοκυρές ζυμώνουν ψωμί, που ονομάζεται φωτίτσα. Το γλυκό της ημέρας αυτής είναι τα ξεροτήγανα. Κατά το έθιμο, τα παιδιά όχι μόνο τα τρώνε, αλλά τα ρίχνουν και στις στέγες των σπιτιών για να τα φάνε οι καλικάντζαροι και να φύγουν.
Ο λαός μας μάλιστα για τη βραδιά της παραμονής των Θεοφανίων έχει και την εξής δοξασία: λέει λοιπόν, πως στις δώδεκα τα μεσάνυχτα, ανοίγουν οι ουρανοί και πραγματοποιούνται όλες οι ευχές των ανθρώπων.
Την παραμονή, το τραπέζι στρώνεται νηστίσιμο και κάθονται όλοι γύρω του, από τον μεγαλύτερο μέχρι το μικρότερο. Ο πατέρας της οικογένειας έχει θυμίαμα πάνω σ’ ένα υνί και μ’ αυτό θυμιατίζει το σπίτι για να φύγουν τα δαιμόνια, ενώ το μικρότερο μέλος της οικογένειας λέει την προσευχή για να ξεκινήσουν το δείπνο.
Νωρίτερα αυτή τη μέρα, ο παπάς επισκέπτεται όλα τα σπίτια με το σταυρό και τον αγιασμό μέσα στο σικλί, ένα είδος χάλκινου δοχείου, και ραντίζει όλο το σπίτι ή το κατάστημα. Μετά τον αγιασμό, είναι η ώρα που θα μαζευτεί η στάχτη από τη φωτιά, που έκαιγε στο τζάκι το δωδεκαήμερο. Η στάχτη αυτή θα σκορπιστεί γύρω από το σπίτι, στους στάβλους και στα χωράφια, μια που πιστεύεται ότι διώχνει το κακό. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε τα κάλαντα των Θεοφανείων, που λέγονται την ίδια μέρα μετά τη θεία λειτουργία της παραμονής.
Ο λαός μας πιστεύει πως την ημέρα αυτή, φεύγουν οι καλικάντζαροι, γιατί φοβούνται την αγιαστούρα του παπά. Μάλιστα φεύγουν λέγοντας:
Φεύγετε να φεύγουμε
κι έφτασε ο τουρλόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του…