Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες θυμάμαι τη γιαγιά μου. Ήταν βλέπετε ένα βροχερό βράδυ του Γενάρη λίγο μετά την Πρωτοχρονιά, που καθόμουν μαζί της και βαριόμουν αφόρητα. Μικρό κορίτσι του δημοτικού κι όσο σκεφτόμουν πως το σχολείο άρχιζε ξανά, μια μελαγχολία με κυρίευε. Είχαμε παίξει επιτραπέζια, μου είχε πει για πολλοστή φορά το αγαπημένο μου παραμύθι και δεν είχα τι άλλο να κάνω. Εκείνη συνέχιζε πια το πλεχτό της με περισσή προσήλωση κι εγώ, γυρνούσα γύρω από το τραπέζι και ψευτογκρίνιαζα αναζητώντας την απόλυτη προσοχή της.
Για μια στιγμή σταμάτησε, χαμήλωσε τα γυαλιά της και με κοίταξε στα μάτια. «Βαριέσαι; Έλα να σου μάθω τη ζωή!» μου είπε κι εγώ ξαναπήρα τη θέση μου δίπλα της γεμάτη περιέργεια. Έβγαλε τότε από τη ντουλάπα ένα ζευγάρι βελόνες, πήρε κι ένα κουβάρι νήμα και άρχισε να μου δείχνει πλέξιμο…
«Να κοίτα, έτσι μπαίνουν οι πόντοι και γίνεται η αρχή…» και με γοργές κινήσεις πέρασε το νήμα στη βελόνα για να συνεχίσει το μάθημα. Τα δάχτυλά της χρησιμοποιούσαν με τέτοια μαεστρία το νήμα και τη βελόνα, που για λίγα λεπτά έμεινα να κοιτώ κι ας μην καταλάβαινα. Όσο όμως εκείνη συνέχιζε, τόσο εγώ αναρωτιόμουν τι σχέση μπορεί να έχει όλο αυτό, με αυτό που μου υποσχέθηκε. Τη ζωή!
«Μου είπες θα μου μάθεις τη ζωή αλλά εσύ, μου μαθαίνεις πλέξιμο» τη σταμάτησα ενοχλημένη. «Πόσο μικρή με νομίζεις, δηλαδή;» αναρωτήθηκα φωναχτά κι εκείνη γέλασε καλοσυνάτα.
«Το αντίθετο! Σε νομίζω τόσο μεγάλη, που πρέπει να μάθεις κάποια πράγματα» μου απάντησε σοβαρά. «Λοιπόν, η ζωή καρδιά μου, είναι σαν το πλέξιμο. Διαλέγεις το νήμα, τις βελόνες, το σχέδιο και ξεκινάς. Παίρνεις βαθιά ανάσα και ρίχνεσαι στη δουλειά για να φτιάξεις το δικό σου πουλόβερ. Αυτό, που δεν θα μοιάζει με κανένα άλλο! Πολλά θα έχουν το ίδιο χρώμα με το δικό σου, κάποια άλλα μπορεί να έχουν το ίδιο σχέδιο, αλλά αυτό που θα φτιάξεις εσύ θα είναι μοναδικό, όπως κι εσύ! Έτσι ακριβώς όπως και η ζωή σου. Τα υλικά είναι πάνω κάτω ίδια, όμως ο καθένας από μας, τη φτιάχνει με το τρόπο του και είναι τόσο διαφορετική από των άλλων, όσο διαφορετικοί είναι και οι άνθρωποι! Αν προσέξεις και διαλέξεις ωραίο σχέδιο, τότε η δημιουργία σου θα είναι όμορφη, αν πάλι κάνεις λάθος, το ξηλώνεις και ξεκινάς από την αρχή. Δεν θέλει βιασύνες, δε θέλει απογοήτευση, θέλει υπομονή!» μου είπε χαμογελώντας και μου έδωσε το νήμα και τις βελόνες.
«Έλα πάμε μαζί, μια καλή μια ανάποδη και ξανά. Όταν προχωρήσει κι άλλο θα το μετρήσουμε για να δούμε αν σου κάνει και μετά, θα συνεχίσουμε…»
Έτσι πέρασε εκείνο το βράδυ και πολλά, πολλά ακόμα βράδια. Με «μια καλή, μια ανάποδη», χιλιάδες σκέψεις, που μεσολάβησαν από τότε μέχρι σήμερα και ακόμα περισσότερες στιγμές και πράξεις. Όλες ήταν στο ίδιο μοτίβο, πάντα. Μια καλή, μια ανάποδη ακριβώς όπως το πλέξιμο, ακριβώς όπως τη ζωή!...
...
Καλή χρονιά!